Φροντίδα Υγείας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιατρικές Εξετάσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιατρικές Εξετάσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Τι είναι για την υγεία μας ο Χαμηλός και Υψηλός αιματοκρίτης



Ο αιματοκρίτης (hematocrit) είναι μια αιματολογική εξέταση που δείχνει το ποσοστό του όγκου που καταλαμβάνουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα. Συντομογραφείται ως ΗΤ,HCT, PCV (packed cell volume, δηλαδή «συμπιεσμένος όγκος κυττάρων») ή και EVF(erythrocyte volume fraction, δηλαδή «κλασματικός όγκος ερυθροκυττάρων»).  Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο αιματοκρίτης δείχνει «πόσο πυκνό είναι το αίμα». Ο αιματοκρίτης χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί η αναιμία (μαζί με την τιμή της αιμοσφαιρίνης).

Φυσιολογικές τιμές

Οι τιμές του αιματοκρίτη συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 40-52% για τους άνδρες και σε 36-48% για τις γυναίκες (όταν δεν βρίσκονται σε εγκυμοσύνη). Μετά τα 60 οι άντρες και οι γυναίκες έχουν ελαφρά χαμηλότερες τιμές αιματοκρίτη κάτι που αντανακλά τον χαμηλότερο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων σε αυτήν την ηλικία. Οι τιμές επηρεάζονται κάπως από τη μέθοδο μέτρησης που χρησιμοποιεί κάθε εργαστήριο.

Ο προσδιορισμός του αιματοκρίτη συνήθως πραγματοποιείται στα πλαίσια μιας γενικής εξέτασης αίματος στην οποία προσδιορίζονται και άλλα βιοχημικά δεδομένα όπως ο αριθμός ερυθρών και λευκών αιμοσφαιρίων, των αιμοπεταλίων κ.ά.

Αν είστε γυναίκα και έχετε επίμονα χαμηλό αιματοκρίτη μπορείτε να δείτε τι συμβαίνει με έναν απλό τρόπο: κάνετε μια γενική εξέταση αίματος αμέσως μετά την περίοδο και άλλη μία εξέταση δύο ημέρες πριν από την επόμενη έμμηνο ρύση. Ανάλογα με τα επίπεδα σιδήρου και φεριτίνης των δύο εξετάσεων, ο γιατρός σας μπορεί να οδηγηθεί στον λόγο που έχετε χαμηλό αιματοκρίτη.

Ο αιματοκρίτης δεν είναι  αξιόπιστος δείκτης για την αναιμία αν το δείγμα αίματος ληφθεί αμέσως μετά από απώλεια αίματος ή μετάγγιση. Σε περίπτωση αφυδάτωσης παρουσιάζεται μια άνοδος του αιματοκρίτη (γιατί ο όγκος του αίματος είναι μικρότερος).

Οι γυναίκες πρέπει να ξέρουν ότι κατά την εγκυμοσύνη, οι φυσιολογικές τιμές του αιματοκρίτη είναι χαμηλότερες από ότι συνήθως (π.χ. 34% σε μονή κύηση και 30% σε πολύδυμο κύηση). Οι χαμηλότερες τιμές του αιματοκρίτη όταν υπάρχει εγκυμοσύνη αντανακλούν τη φυσιολογική υδραιμία της κύησης και δεν δηλώνουν πραγματική αναιμία. Στην εγκυμοσυνη υπάρχει αύξηση του όγκου του πλάσματος της κυοφορούσας, με αποτέλεσμα να ‘αραιώνει’ η περιεκτικότητα του αίματος σε ερυθρά αιμοσφαίρια (αιμοαραίωση). Μιλάμε τότε για ‘φαινομενική’ αναιμία και όχι για πάθηση, εκτός και αν αυτή η κατάσταση επιδεινωθεί.

Να σημειωθεί ότι υπάρχουν φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν χαμηλό  ή υψηλό  αιματοκρίτη. Παροδική, μικρή πτώση του αιματοκρίτη προκαλείται από τις ιώσεις, την κόπωση, το stress και την αϋπνία. Χαμηλό αιματοκρίτη προκαλούν η κατάκλιση, η υπερφόρτωση με υγρά, οι διατροφικές ανεπάρκειες, ορισμένες ορμονικές διαταραχές και, όπως είπαμε, η εγκυμοσύνη.

Υψηλός αιματοκρίτης

Οι υψηλές τιμές αιματοκρίτη οφείλονται συνήθως σε αφυδάτωση (καθώς μειώνεται ο όγκος του αίματος) αλλά οι τιμές επανέρχονται σε φυσιολογικά επίπεδα μετά από επαρκή πρόσληψη υγρών. Πιο σπάνια ο υψηλός αιματοκρίτης συνδέεται με αυξημένο αριθμό ερυθροκυττάρων σε επίπεδα πάνω από τα φυσιολογικά. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται γνήσια ερυθραιμία (polycythemia vera) και προκύπτει είτε γιατί υπάρχει κάποιο πρόβλημα στο μυελό των οστών, είτε, συνηθέστερα, ως εξισορρόπηση του οργανισμού στην ανεπαρκή πνευμονική λειτουργία: ο μυελός των οστών παράγει περισσότερα ερυθροκύτταρα ώστε να μεταφέρουν επαρκές οξυγόνο σε όλο το σώμα. Στις περιπτώσεις που σε επανειλημμένες αιματολογικές εξετάσεις ο αιματοκρίτης βρίσκεται αυξημένος, πρέπει να γίνει η διερεύνηση της αιτίας.

Όταν ο υψηλός αιματοκρίτης οφείλεται σε σχετικά αυξημένο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων συνήθως οι γιατροί συνιστούν στο άτομο να ασχοληθεί με τον αθλητισμό. Κι αυτό διότι τα άτομα αυτά μπορούν να έχουν πολύ καλές επιδόσεις σε αερόβια αθλήματα αφού έχουν καλύτερη οξυγόνωση των μυών (μάλιστα ένα είδος ντόπινγκ στον αθλητισμό αφορά ουσίες που έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της ερυθροποιητίνης στο σώμα ώστε να παραχθούν περισσότερα ερυθρά αιμοσφαίρια). Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όσο περισσότερα ερυθρά αιμοσφαίρια έχει κάποιος στο αίμα του τόσο περισσότερο οξυγόνο λαμβάνουν τα κύτταρά του καθώς για όλα τα πράγματα ισχύει το «παν μέτρον άριστον».

Τα ερυθρά αιμοσφαίρια πρέπει να έχουν χώρο και αν συγκεντρωθούν πάρα πολλά στο αίμα τότε αυτό γίνεται πυκνό με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κινηθούν εύκολα. Τα υπερβολικά πολλά ερυθρά αιμοσφαίρια κάνουν το αίμα πιο αργό στη κίνησή του και τελικά παρέχεται λιγότερο οξυγόνο στα όργανα του σώματος. Πρέπει να ξέρετε ότι τα μονίμως πολλά ερυθρά αιμοσφαίρια στο αίμα (γνήσια ερυθραιμία) δεν είναι καλό για την υγεία.  Υψηλός αιματοκρίτης που οφείλεται σε ερυθραιμία σημαίνει ότι το «αίμα είναι αρκετά πυκνό» κάτι που αυξάνει την αρτηριακή πίεση ενώ υπάρχει ο κίνδυνος να σχηματισθεί πιο εύκολα θρόμβος και τελικά καρδιακή προσβολή (έμφραγμα).  Άτομα με αιματοκρίτη πάνω από 50% εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου ή εγκεφαλικού επεισοδίου.

Επίσης, ο κίνδυνος για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 αυξάνεται σημαντικά όταν ο αιματοκρίτης είναι υψηλός.

Άνδρες με αιματοκρίτη πάνω από 48% εμφανίζουν 4 φορές υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 απ’ ότι άνδρες με αιματοκρίτη κάτω από 42%. Αυτό κατά πάσα πιθανότητα συμβαίνει διότι όταν το αίμα είναι πυκνό, η ινσουλίνη δυσκολεύεται να μεταφέρει τη γλυκόζη μέσα στα κύτταρα με αποτέλεσμα να ανεβαίνει το «ζάχαρο» στο αίμα, με άλλα λόγια να προκαλείται διαβήτης τύπου 2.



Πηγή : www.healthyliving.gr

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Ρεογραφία : Εξατομικευμένη αντιμετώπιση της υπέρτασης και των ημικρανιών


Η Ρεογραφία, είναι μία αναίμακτη, ασφαλής και ανώδυνη μέθοδος μέτρησης της κυκλοφορίας του αίματος. Η βασική αρχή της μεθόδου (μέτρηση της βιοαντίστασης και των μεταβολών της) ανακαλύφθηκε την δεκαετία του 30 με την παρατήρηση της μεταβολής της βιοαντίστασης των δακτύλων λόγω της σφυγμικής ροής του αίματος. Από την δεκαετία του 40 αρχίζουν οι μελέτες με την εφαρμογή της σε διάφορα τμήματα και όργανα του σώματος. Από τότε, η εξέλιξη ήταν συνεχής, αλλά καθοριστικό ρόλο για την ευρεία εφαρμογή της ήταν η ανακάλυψη των προσωπικών υπολογιστών. Οι εφαρμογές της στο ανθρώπινο σώμα είναι πολλές, και ορισμένες από αυτές έχουν καθιερωθεί στην ευρεία ιατρική πρακτική σαν εξετάσεις ρουτίνας.
Ανακαλύφθηκε από την NASA για την παρακολούθηση των αστροναυτών της στα διαστημικά τους ταξίδια. Είναι μία επαναστατική και μοναδική μέθοδος για την αναίμακτη, απόλυτα ασφαλή, εντελώς ανώδυνη, και χωρίς χρήση ραδιενεργών ή σκιαγραφικών ουσιών μέτρηση της καρδιακής λειτουργίας και της κεντρικής κυκλοφορίας του αίματος. Από το 1999 έχει κριθεί σαν "απαραίτητη ιατρική εξέταση" από το national Center of Medicare Services των ΗΠΑ.
Σήμερα χρησιμοποιείται στα καλύτερα ιατρικά κέντρα και νοσοκομεία σε περισσότερες από 100 χώρες.

Η Ρεογραφία είναι :
  • ΑΚΡΩΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ στους : Υπερτασικούς, Υποτασικούς, Καρδιοπαθείς
  • ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΧΡΗΣΙΜΗ στους : Διαβητικούς, Θυρεοειδοπαθείς, Νεφροπαθείς, κ.α.
  • ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ στην ΠΡΟΛΗΨΗ σε όλους τους υγιείς (ακόμη και σε παιδιά και εφήβους)
  • ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ στον ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ στους αθλητές, στα παιδιά και τους εφήβους, στις εγκυμονούσες, στουςπροεγχειριτικούς ασθενείς, κ.α. 

Τι προσφέρει η ψηφιακή ρεοκαρδιογραφία :
  • Διάγνωση των αιτιών της υπέρτασης για την εξατομικευμένη, και όχι τυχαία, επιλογή των φαρμάκων.
  • Σωστή, και όχι «απλώς» ρύθμιση της πίεσης, χωρίς μείωση της ροής του αίματος και χωρίς αγγειοσύσπαση (με την καθιερωμένη τυχαία αντιμετώπιση, αυτό επιτυγχάνεται μόνο σε 1 στους 7 ρυθμισμένους υπερτασικούς).
  • Λεπτομερή μέτρηση της καρδιακής λειτουργίας στους καρδιοπαθείς, για την εξατομικευμένη χορήγηση της φαρμακευτικής αγωγής.
  • Έγκαιρο εντοπισμό ανεπιθύμητων δράσεων των φαρμάκων.
  • Εντοπισμό κρυφών διαταραχών (αγγειοσύσπαση, αρτηριοσκλήρυνση, κατακράτηση υγρών, υπερλειτουργία της καρδιάς, μείωση τροφοδοσίας των ιστών με οξυγόνο, κ.α.), στους υγιείς, στους διαβητικούς, τους θυρεοειδοπαθείς, τους νεφροπαθείς, κ.α..


ΟΙ ΡΕΟΚΑΡΔΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ "ΡΕΟΔΙΑΓΝΩΣΗ"

Με τα υπερσύγχρονα ψηφιακά ρεοκαρδιογραφικά συστήματα που χρησιμοποιούνται στην ΡΕΟΔΙΑΓΝΩΣΗ παρέχεται η πληρέστερη εικόνα, αφού μπορούν να μετρηθούν :
  • η τροφοδοσία των ιστών με οξυγόνο
  • η ποσότητα αίματος που αντλεί η καρδιά (Καρδιακή Παροχή)
  • η λειτουργικότητα του καρδιακού μυ (πόσο δυνατός είναι)
  • η κατάσταση των υγρών του οργανισμού
  • η λειτουργική κατάσταση των μικρών αρτηριών (αγγειοσύσπαση/αγγειοδιαστολή)
  • η ύπαρξη ή μη αρτηριοσκλήρυνσης
  • η ελαστικότητα της αορτής

Η μέτρηση της καρδιαγγειακής λειτουργίας απαιτούσε την διεξαγωγή δεξιού καρδιακού καθετηριασμού. Σήμερα, με την ρεοκαρδιογραφία η μέτρηση γίνεται αναίμακτα, εντελώς ανώδυνα, χωρίς καμία δυσχέρεια για τον εξεταζόμενο, και πολύ πιο οικονομικά

H ρεοκαρδιογραφική εξέταση είναι πολύ χρήσιμη στους θυρεοειδοπαθείς, γιατί οι ορμόνες του θυρεοειδή επηρεάζουν την καρδιακή λειτουργία και την κεντρική κυκλοφορία του αίματος. Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις προληπτικής εξέτασης, η εικόνα που καταγράφεται με την μέτρηση είναι τέτοια, που απαιτεί πρώτα από όλα την εκτίμηση της λειτουργίας του θυρεοειδή.

Επίσης, τα φάρμακα για τον θυρεοειδή επηρεάζουν και αυτά την καρδιαγγειακή λειτουργία και η ρεοκαρδιογραφική εξέταση είναι χρήσιμη για την εκτίμηση αυτής της επίδρασης, και συνεπώς, της προσαρμογής της δοσολογίας

Η ρεοκαρδιογραφική εξέταση είναι απαραίτητη στα άτομα με αυξημένη αρτηριακή πίεση, γιατί επιτρέπει την διάγνωση των αιτιών που οδηγούν στην αύξηση της πίεσης.  Δεδομένου ότι τα φάρμακα για την ρύθμιση της πίεσης δρουν σε διαφορετικούς μηχανισμούς, η επιλογή τους θα είναι εξατομικευμένη ανάλογα με την αιτία, και όχι τυχαία όπως γινόταν χωρίς την ρεοκαρδιογραφική εξέταση.

Πρέπει να σημειωθεί, ότι με την τυχαία επιλογή των φαρμάκων η αποτελεσματικότητα είναι μικρή - μόλις 34%, ενώ με την ρεοκαρδιογραφική εξέταση υπερβαίνει το 85%.
Επίσης, επειδή η υπέρταση συνδέεται και με τα εγκεφαλικά επεισόδια, για μία ολοκληρωμένη πρόληψη είναι απαραίτητο να ελέγχεται και η εγκεφαλική μικροκυκλοφορία - έλεγχος που πλέον διενεργείται αναίμακτα και ανώδυνα με την ρεοεγκεφαλογραφική εξέταση.

Η Ρεογραφία προσφέρει :
  • Εξατομικευμένη αντιμετώπιση της υπέρτασης και των ημικρανιών,
  • Εξατομικευμένη παρακολούθηση καρδιοπαθών
  • Εξατομικευμένη πρόληψη σε παιδιά, εφήβους, ενήλικες
  • Εξατομικευμένο έλεγχο καρδιαγγειακής λειτουργίας σε διαβητικούς, θυρεοειδοπαθείς, νεφροπαθείς. κ.α.

Γράφει :    Dr Γραμματικόπουλος Κωνσταντίνος, MD, PhD, Διδάκτωρ Ιατρικών Επιστημών της ΕΣΣΔ, Διδάκτωρ Καρδιολογίας Πανεπιστημίου Μόσχας

Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

Ποια είναι η χρησιμότητα του Ηλεκτροκαρδιογραφήματος

Ούτε ο ίδιος ο Einthoven δεν αντελήφθη πόσο σημαντική ήταν η ανακάλυψή του. Ο Ολλανδός αυτός Καθηγητής από το Leiden στην αρχή του περασμένου αιώνα κατάφερε να καταγράψει πάνω σε χαρτί την παραγωγή και την κίνηση του ηλεκτρικού ρεύματος της καρδιάς.

Ήταν το πρώτο ηλεκτροκαρδιογράφημα του ανθρώπου.

Σήμερα, παρά την τεράστια πρόοδο της Καρδιολογίας, το ηλεκτροκαρδιογράφημα εξακολουθεί να είναι σπουδαίο διαγνωστικό μέσο των παθήσεων της καρδιάς και σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις εξακολουθεί να είναι μοναδικό.

Κατά την εξάπλωση του ηλεκτρικού ρεύματος πάνω στην καρδιά, το ηλεκτροκαρδιογράφημα αλλάζει ανάλογα με το τι συναντά το ηλεκτρικό ρεύμα. Εάν π.χ. το ηλεκτρικό ρεύμα συναντήσει υπερτροφία της καρδιάς θα την καταγράψει σε οποιαδήποτε περιοχή της καρδιάς (κόλποι-κοιλίες) και εάν υπάρχει.

Εάν συναντήσει ισχαιμία ή έμφραγμα του μυοκαρδίου και αυτό θα το καταγράψει. Εάν οι δρόμοι από τους οποίους διέρχεται το ηλεκτρικό ρεύμα παρουσιάζουν προβλήματα και αυτά θα τα καταγράψει. Έτσι, το ηλεκτροκαρδιογράφημα μας πληροφορεί ότι υπάρχουν αποκλεισμοί διαφόρων βαθμών (κολποκοιλιακός αποκλεισμός-Block αριστερού ή δεξιού σκέλους κ.λ.π.) κατά την εξάπλωση του ηλεκτρικού ρεύματος στα τοιχώματα της καρδιάς.

Εάν πάλι υπάρξουν βιοχημικές διαταραχές στους ηλεκτρολύτες του οργανισμού ή τοξικές αντιδράσεις διαφόρων φαρμάκων- ακόμα και ορισμένων αντιβιοτικών- και αυτά τα καταγράφει το ηλεκτροκαρδιογράφημα.

Εκεί όμως που η αξία του είναι αδιαμφισβήτητη και καμία άλλη μέθοδος δεν μπορεί να το συναγωνισθεί είναι το τομέας των αρρυθμιών. Στον τομέα αυτό πολλές φορές το ηλεκτροκαρδιογράφημα προσφέρει πολλά ακόμα και στην πρόγνωση.

Όταν υπάρχουν ορισμένες διαταραχές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα (επιμήκυνση ή βραχύ Q-T, Σύνδρομο Brugada κ.λ.π.) το ηλεκτροκαρδιογράφημα μπορεί να προειδοποιήσει και να σώσει ακόμα και την ανθρώπινη ζωή, γιατί απλούστατα με την εμφύτευση ενός απινιδωτή ο αιφνίδιος θάνατος ουσιαστικά αποτρέπεται.

Κατά συνέπεια, το ηλεκτροκαρδιογράφημα είτε στην κλασική μορφή του είτε στην 24ωρη καταγραφή του ή κατά τη δοκιμασία κοπώσεως ή κατά την καταγραφή του μέσα στην καρδιά με την ηλεκτροφυσιολογική μελέτη αποτελεί την πρώτη πολυδύναμη μέθοδο για τη διάγνωση των καρδιοπαθειών.

Βέβαια, η τεράστια εξέλιξη των απεικονιστικών τεχνικών (υπερηχοκαρδιογραφία, αξονική ή μαγνητική τομογραφία, σπινθηρογράφημα) συμπληρώνει τη διαγνωστική αξία του ηλεκτροκαρδιογραφήματος, ιδιαίτερα μάλιστα κατά τη διερεύνηση της μηχανικής λειτουργίας της καρδιάς.

Δηλαδή μπορούμε να δούμε και να μετρήσουμε τη διάταση των κοιλοτήτων της καρδιάς, την υπερτροφία τους αλλά και τη λειτουργικότητά τους, που αυτό δεν μπορούμε να το επιτύχουμε με το ηλεκτροκαρδιογράφημα.

Γενικότερα, εάν εξαιρέσουμε τον τομέα των αρρυθμιών όπου το ηλεκτροκαρδιογράφημα εκτός από διαγνωστική έχει και προγνωστική αξία, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις η αξία του είναι αδιαμφισβήτητη, αλλά πρέπει να συνεπικουρείται και από άλλες απεικονιστικές μεθόδους προκειμένου το διαγνωστικό αποτέλεσμα να είναι πλήρες.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η διάγνωση της ισχαιμίας του μυοκαρδίου με το ηλεκτροκαρδιογράφημα κατά της δοκιμασία κοπώσεως. Εάν κατά τη δοκιμασία κοπώσεως η αλλαγή του ηλεκτροκαρδιογραφήματος θέσει την υποψία ύπαρξης ισχαιμίας του μυοκαρδίου τότε το σπινθηρογράφημα του μυοκαρδίου θα προσδιορίσει με ακρίβεια την περιοχή της ισχαιμίας, ενώ η αξονική στεφανιογραφία ή η κλασική στεφανιογραφία θα απεικονίσουν την ακριβή εικόνα της βλάβης (αθηροσκληρωτική πλάκα) που προκαλεί τη στένωση στη στεφανιαία αρτηρία και δημιουργεί την ισχαιμία στο μυοκάρδιο.

Γενικότερα, καλό είναι ο καθένας να γνωρίζει ότι όταν το ηλεκτροκαρδιογράφημα είναι παθολογικό, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να υπάρχει ενεργή καρδιοπάθεια. Αντιθέτως, το φυσιολογικό ηλεκτροκαρδιογράφημα δεν σηματοδοτεί κατ’ ανάγκη ότι ο εξεταζόμενος δεν έχει κανένα απολύτως καρδιακό πρόβλημα και κατά συνέπεια είναι φυσιολογικός.


Γράφει : Κρεμαστινός Δημήτριος (Καθηγητής Καρδιολογίας)

Πηγή : www.iatronet.gr

Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Περιοδικός προληπτικός έλεγχος (check up)

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πρώιμη διάγνωση ορισμένων παθήσεων οδηγεί στην σωστότερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή τους. Αυτό ισχύει τόσο για τις καλοήθεις παθήσεις όσο και για αρκετές κακοήθεις παθήσεις όπως π.χ. ο καρκίνος.
Η επισήμανση μάλιστα ότι ο καρκίνος όταν διαγνωσθεί στα πρώιμα στάδιά του παύει να είναι θανατηφόρος και ακολουθεί την πορεία οποιασδήποτε καλοήθους παθήσεως καθιστά την αξία των προληπτικών εξετάσεων (check up) ανεκτίμητη.

Προληπτικός, όμως έλεγχος σήμερα γίνεται όχι μόνο για την πρώιμη διάγνωση παθήσεων αλλά και για την έγκαιρη επισήμανση παθολογικών εξετάσεων (π.χ. αυξημένου σακχάρου, χοληστερίνης, ουρικού οξέος, κλπ) που αν αφεθούν χωρίς αντιμετώπιση αποτελούν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία του ατόμου.

Σήμερα είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι, μετά από μεγάλες επιδημιολογικές έρευνες, ότι παθολογικές τιμές αρτηριακής πίεσης, σακχάρου και χοληστερίνης αποτελούν μαζί με το κάπνισμα τους σημαντικότερους προδιαθεσικούς παράγοντες για την αθηρωμάτωση (αρτηριοσκλήρυνση) και την εκδήλωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων (δηλαδή της στεφανιαίας νόσου στηθάγχης και εμφραγμάτων του μυοκαρδίου) και αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων.

Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα που αφορά το είδος των εξετάσεων που πρέπει να περιλαμβάνει ο προληπτικός έλεγχος και εδώ δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία αφού θεωρητικά ένα άτομο θα μπορούσε να υποβληθεί σε αμέτρητες εξετάσεις.

Η πρακτική όμως αυτή ελάχιστα θα εξυπηρετούσε αφού η εφαρμογή ενός ευρέως check up αυξάνει τεραστίως τα έξοδα χωρίς παράλληλη αύξηση των ωφελημάτων του.
Έτσι σήμερα εφαρμόζεται το περιορισμένο check up του οποίου η αξία εξακολουθεί να είναι ανεκτίμητη. Στο περιορισμένο check up περιλαμβάνονται για άνδρες και γυναίκες : 

  • Γενική αίματος
  • ΤΚΕ (Καθίζηση)
  • Γενική ούρων
  • Ουρία
  • Σάκχαρον
  • Ουρικό οξύ
  • Χοληστερίνη
  • Τριγλυκερίδια
  • Ολικά λιπίδια
  • HDL (καλή χοληστερίνη)
  • LDL (κακή χοληστερίνη). 


Όλες οι ανωτέρω εξετάσεις αποτελούν εξετάσεις που γίνονται στο αίμα και στα ούρα.

Παράλληλα με τις ανωτέρω εξετάσεις όλες οι γυναίκες θα πρέπει να υποβάλλονται τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο σε τεστ Παπανικολάου ενώ θα πρέπει από μόνες τους μετά βέβαια από εκπαίδευση, να μάθουν να εξετάζουν τους μαστούς τους.

Το τεστ Παπανικολάου και εξέταση των μαστών αποβλέπουν στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και του μαστού που αποτελούν τις πιο συχνές μορφές καρκίνου και από τις οποίες πεθαίνουν κάθε χρόνο χιλιάδες γυναίκες. Ο θάνατος από καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και του μαστού σήμερα θεωρείται αδικαιολόγητος διότι και οι δύο αυτές μορφές καρκίνου είναι πολύ εύκολα διαγνώσιμες στα πρώιμά τους στάδια και κατά συνέπεια θεραπεύσιμες.
Η θέση της μαστογραφίας στον προληπτικό έλεγχο για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού συζητιέται διότι έστω και αν σήμερα διαθέτουμε μηχανήματα με τα οποία μπορούμε να χορηγούμε μικρές δόσεις ακτινοβολίας εν τούτοις η επανειλημμένη ακτινοβόληση του ευαίσθητου μαστού για πολλούς δεν είναι άμοιρη κινδύνου.
Αυτό που σήμερα συνιστάται είναι η διενέργεια μιας μαστογραφίας για όλες τις γυναίκες γύρω στην ηλικία των 40 ετών για να χρησιμεύσει αυτή η ακτινογραφία σαν ακτινογραφία αναφοράς για πιθανά μελλοντικά παθολογικά ευρήματα από το μαστό.

Προς το παρόν η ψηλάφηση του μαστού με τα χέρια αποτελεί τον πιο ακίνδυνο και αποτελεσματικό τρόπο έγκαιρης διάγνωσης του καρκίνου του μαστού.
Για όλους τους άνδρες μετά τα 40 και για όλες τις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση επιβάλλεται η διενέργεια ενός καρδιογραφήματος και ίσως ενός τεστ κοπώσεως. Αυτό καθιστάται πιο αναγκαίο, στους καπνιστές ή σε άτομα που έχουν κάποιο προδιαθεσικό παράγοντα για ανάπτυξη στεφανιαίας καρδιοπάθειας (παχυσαρκία, υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, υπερχοληστεριναιμία, βεβαρημένο κληρονομικό ιστορικό). Η επανάληψη του καρδιογραφήματος ή και του τεστ κοπώσεως εξαρτάται από το βαθμό επικινδυνότητας που το άτομο έχει καθώς και από τα ευρήματα του αρχικού καρδιογραφήματος.

Για τους καπνιστές (άνδρες και γυναίκες) συνιστάται επίσης στην ηλικία των 40 να υποβάλλονται σε μία ακτινογραφία θώρακος η οποία και αυτή θα χρησιμεύσει σαν ακτινογραφία αναφοράς για πιθανά μελλοντικά ευρήματα από τον θώρακα.
Πρόσφατα σχετικά για τους άνδρες εφαρμόζεται μία προληπτική εξέταση που αποσκοπεί στην πρώιμη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη. Η εξέταση αυτή λέγεται PSA και συνιστάται για όλους τους άνδρες ηλικίας άνω των 55. Σημειωτέον ότι ο καρκίνος του προστάτη είναι μία από τις πιο συχνές μορφές καρκίνου που πλήττει κυρίως άνδρες προχωρημένης ηλικίας.

Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα που αφορά την ηλικία που πρέπει να αρχίσει η εφαρμογή του προληπτικού ελέγχου και εδώ δεν υπάρχει ομοφωνία. Αν λάβει κανείς υπ΄όψη του ότι όλα τα νοσήματα που παρουσιάζονται στη μέση ή στην προχωρημένη ηλικία είναι αποτέλεσμα παθολογικών μεταβολών και αλλοιώσεων που έχουν ξεκινήσει πολύ νωρίς και ότι στις ηλικίες αυτές απλώς εκδηλώνονται τότε θεωρητικά ο προληπτικός έλεγχος όσο νωρίτερα αρχίσει τόσο περισσότερο αποδοτικός αναμένεται να είναι.
Εν τούτοις επειδή αυτό είναι πρακτικά αδύνατο και ανεφάρμοστο περιοριζόμαστε σε συμβουλές σωστού τρόπου ζωής στις νεαρές ηλικίες (αποφυγή καπνίσματος, διατήρηση ιδανικού σωματικού βάρους, σωστή και υγιεινή διατροφή, άσκηση) και συνιστούμε τον περιοδικό προληπτικό έλεγχο μετά τα 40.
Εξαίρεση αποτελούν ορισμένα άτομα που λόγω κληρονομικής προδιάθεσης έχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν κάτι το παθολογικό π.χ. υπερχοληστεριναιμία, σακχαρώδη διαβήτη κ.α. Στα άτομα αυτά ο προληπτικός έλεγχος τουλάχιστον του προδιαθεσικού τους παράγοντος, πρέπει να αρχίζει από την παιδική ηλικία.
Η συχνότητα με την οποία πρέπει να γίνονται οι περιοδικές προληπτικές εξετάσεις είναι συνάρτηση των αρχικών ευρημάτων αλλά και του βαθμού επικινδυνότητας που κάθε άτομο διαθέτει.

Γενικά μετά τα 40 και εφ' όσον οι αρχικές αιματολογικές εξετάσεις είναι φυσιολογικές συνιστάται η επανάληψη κάθε 3-5 χρόνια ενώ αν είναι παθολογικές η συχνότητα επανάληψης των πρέπει να καθορίζεται από τον θεράποντα γιατρό ο οποίος συνεκτιμά όλους τους παράγοντες και τη γενική κατάσταση του ατόμου.
Πάντως θα πρέπει να ξέρουμε ότι ο προληπτικός έλεγχος και δη ο αιματολογικός έχει υποστεί έντονη κριτική τα τελευταία χρόνια με την έννοια ότι κατασκευάζουμε και καλλιεργούμε στα άτομα την αίσθηση της ασθένειας.
Η ανεύρεση π.χ. αυξημένης χοληστερίνης σημαίνει ότι το άτομο αυτό έχει μεγαλύτερης πιθανότητες να παρουσιάσει κάποιο καρδιαγγειακό πρόβλημα από ένα άλλο άτομο με χαμηλές τιμές χοληστερίνης.

Εν τούτοις το άτομο που έχει αυξημένη τη χοληστερίνη θεωρεί τον εαυτό του άρρωστο τρέχει στους γιατρούς, παίρνει φάρμακα και γενικά αποκτά την ψυχολογία του ασθενούς κάτι που του δημιουργεί άγχος που μπορεί να τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα πρέπει να εξηγείται σε κάθε άτομο πια είναι η σημασία του προληπτικού check up και τι σημαίνουν κάποιες παθολογικές ίσως εξετάσεις. 


Γράφει : Σπαντιδέας Αναστάσιος (Παθολόγος)

Πηγή : www.iatronet.gr